Στα νότια της Κασπίας Θάλασσας, στην ιρανική επαρχία Γκιλάν, ελήφθη πρόσφατα μια απόφαση που μπορεί να αλλάξει ριζικά τον χάρτη των διεθνών ...
Η Ιρανή υπουργός Οδών και Αστικής Ανάπτυξης, Φαρζάνα Σαντέκ, ανακοίνωσε ότι η Ρωσία μπορεί πλέον να ξεκινήσει την κατασκευή, ενώ έχει ήδη αγοραστεί περίπου το 50% της γης που απαιτείται για τη συνολική διαδρομή των 162 χιλιομέτρων. Η απαλλοτρίωση αναμένεται να ολοκληρωθεί μέχρι τον Μάρτιο του 2026. Η συμφωνία για το έργο υπεγράφη τον Μάιο του 2023, με συνολικό κόστος 1,6 δισ. ευρώ: 1,3 δισ. θα προέλθουν από ρωσικό δάνειο και τα υπόλοιπα από ιρανική χρηματοδότηση. Ήδη από τον Μάιο του 2025 είχαν ξεκινήσει οι πρώτες ερευνητικές εργασίες στο τμήμα αυτό.
Ο διάδρομος Βορρά–Νότου έχει σχεδιαστεί για να εξυπηρετεί το εμπόριο της Ρωσίας με την περιοχή της Κασπίας, τον Καύκασο, το Ιράν και, κυρίως, τη Νότια Ασία. Δεν είναι τυχαίο ότι αποκαλείται και «Περσικός Διάδρομος», καθώς μειώνει την εξάρτηση από τις παραδοσιακές θαλάσσιες οδούς και συντομεύει σημαντικά τον χρόνο μεταφοράς σε σχέση με τη Διώρυγα του Σουέζ. Σύμφωνα με τον Βλαντίμιρ Πούτιν, η παράδοση αγαθών από την Αγία Πετρούπολη στη Βομβάη θα μπορεί να γίνεται σε περίπου 10 ημέρες, αντί για τις 30–45 που απαιτούνται μέσω Σουέζ. Η νέα διαδρομή θα λειτουργήσει τόσο για την εξαγωγή ενεργειακών προϊόντων όσο και για τη διακίνηση τεχνολογικών αγαθών, δίνοντας στη Μόσχα μια σταθερή χερσαία πρόσβαση προς την Ινδία.
Η συμφωνία Μόσχας–Τεχεράνης για το έργο θεωρείται από πολλούς «γεωπολιτικός σεισμός». Ο ιταλός δημοσιογράφος Ενρίκο Φραντσεσκίνι, σε ανάλυσή του στη La Repubblica, υπενθύμισε τον ρόλο των σιδηροδρόμων από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν ο Λόρενς της Αραβίας ανατίναζε τουρκικά τρένα στην Αραβική Εξέγερση. Σήμερα, οι σιδηρόδρομοι επιστρέφουν ως στρατηγικό πεδίο αντιπαράθεσης. Η νέα σιδηροδρομική γραμμή θεωρείται βασικό κομμάτι ενός διαδρόμου 7.200 χιλιομέτρων, που θα ενώνει τη Ρωσία με το Ιράν και μέσω θαλάσσης με την Ινδία, δημιουργώντας έναν άξονα που ανταγωνίζεται άμεσα τη Διώρυγα του Σουέζ. Ο Πούτιν μίλησε για «μοναδική αρτηρία μεταφορών» που θα διαφοροποιήσει τις παγκόσμιες εμπορικές ροές, ενώ ο πρόεδρος του Ιράν, Εμπραχίμ Ραϊσί, χαρακτήρισε τη συμφωνία «στρατηγικό βήμα συνεργασίας».
Η Δύση αντιμετωπίζει με καχυποψία την όλο και στενότερη συνεργασία Μόσχας–Τεχεράνης, καθώς τα δύο κράτη έχουν έρθει πιο κοντά υπό την πίεση κυρώσεων για τον πόλεμο στην Ουκρανία και το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα. Η Τεχεράνη ήδη προμηθεύει τη Ρωσία με μη επανδρωμένα αεροσκάφη και άλλο στρατιωτικό εξοπλισμό, ενώ τώρα επιχειρείται η δημιουργία μιας οικονομικής και μεταφορικής συμμαχίας που μπορεί να ανατρέψει ισορροπίες. Αναλυτές προειδοποιούν ότι το παγκόσμιο εμπόριο κινδυνεύει να εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από δύο αυταρχικά καθεστώτα, ενώ η χρησιμότητα του διαδρόμου περιορίζεται όσο Ρωσία και Ιράν παραμένουν υπό κυρώσεις. Επιπλέον, οι τεταμένες σχέσεις Ρωσίας–Αζερμπαϊτζάν και η αβεβαιότητα στις ισορροπίες Μέσης Ανατολής δημιουργούν επιπρόσθετα ρίσκα.
Το έργο εντάσσεται σε ένα ευρύτερο γεωπολιτικό «μεγάλο παιχνίδι». Η Κίνα εδώ και χρόνια προωθεί τον Νέο Δρόμο του Μεταξιού, ενώ οι ΗΠΑ συζητούν με Σαουδική Αραβία, Ινδία, ΗΑΕ και –ενδεχομένως μελλοντικά– το Ισραήλ για τη δημιουργία ενός ανταγωνιστικού σιδηροδρομικού και θαλάσσιου δικτύου που θα συνδέει τη Μέση Ανατολή με την Ινδία. Η ουδέτερη στάση της Ινδίας απέναντι στον πόλεμο της Ουκρανίας ενισχύει την πιθανότητα εμπλοκής της στο ρωσοϊρανικό εγχείρημα, γεγονός που θα ενδυναμώσει περαιτέρω τον διάδρομο Βορρά–Νότου.
Η κατασκευή της γραμμής Ραστ–Αστάρα δεν είναι ένα απλό έργο υποδομής. Αποτελεί μέρος μιας σιωπηρής αλλά σκληρής «μάχης των τρένων» που εκτυλίσσεται σε Ευρασία και Μέση Ανατολή, με επίκεντρο τον έλεγχο των εμπορικών δρόμων. Αν το έργο ολοκληρωθεί, θα προσφέρει στη Μόσχα και την Τεχεράνη σημαντικό γεωοικονομικό πλεονέκτημα. Ωστόσο, παραμένει αβέβαιο αν οι κυρώσεις, οι περιφερειακές εντάσεις και οι διεθνείς ανταγωνισμοί θα επιτρέψουν στον νέο «Περσικό Διάδρομο» να εξελιχθεί σε πραγματικό αντίπαλο της Διώρυγας του Σουέζ.
COMMENTS